Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 2024–25, το σχολείο μας, τα Ιδιωτικά Εκπαιδευτήρια Προμηθέας στον Βόλο, ξεκίνησε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ και την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στην Εκπαίδευση Κωφών, κ. Εμμανουέλα Τερλέκτση, από το Τμήμα Αναπηρίας, Ένταξης και Ειδικών Αναγκών, για την υλοποίηση ερευνητικού προγράμματος με τίτλο «Σχολικός Εκφοβισμός, Ένταξη και Ενσυναίσθηση».
Σκοπός του προγράμματος ήταν διττός: αφενός η διερεύνηση των απόψεων, εμπειριών, στάσεων και συναισθημάτων των εφήβων μαθητών σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό και τις αξίες της ένταξης και της ενσυναίσθησης· αφετέρου ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός προγράμματος παρέμβασης, με στόχο την καλλιέργεια μιας σχολικής κουλτούρας ενσυναίσθησης και ένταξης, όπου κάθε μαθητής νιώθει ότι ανήκει, ακούγεται και η διαφορετικότητά του γίνεται σεβαστή.
Στην έρευνα συμμετείχαν σαράντα μαθητές ηλικίας 14–15 ετών, και από τα δύο φύλα. Ως μέθοδος συλλογής δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο. Όσον αφορά το κλίμα του σχολείου, τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά, καθώς η πλειονότητα των μαθητών δήλωσε ότι αισθάνεται πως ανήκει στο σχολικό περιβάλλον και ότι υπάρχει τουλάχιστον ένας ενήλικας στον οποίο μπορεί να απευθυνθεί. Ωστόσο, ένα μικρό ποσοστό ανέφερε ότι το σχολικό περιβάλλον δεν είναι πλήρως συμπεριληπτικό για όλους.
Σχετικά με τις αντιλήψεις τους για τη σχολική βία και τον εκφοβισμό, τα ευρήματα έδειξαν ότι οι έφηβοι μαθητές δεν είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι ούτε λειτουργούν πάντα με ενσυναίσθηση. Συγκεκριμένα, ορισμένοι μαθητές φαίνεται να «κανονικοποιούν» ή να υποβαθμίζουν περιστατικά σχολικού ή διαδικτυακού εκφοβισμού, χαρακτηρίζοντάς τα ως «πλάκες» που δεν πληγώνουν τα θύματα ή ακόμη και ως δικαιολογημένες αντιδράσεις. Τα δεδομένα του ερωτηματολογίου έδειξαν ότι τα αίτια τέτοιων περιστατικών έχουν κοινωνικές και ψυχολογικές ρίζες, όπως η παχυσαρκία, η εξωτερική εμφάνιση, η εθνικότητα και τα αισθήματα κατωτερότητας.
Συνολικά, η ανάλυση των αποτελεσμάτων ανέδειξε ότι, παρόλο που το σχολείο διαθέτει τις βάσεις ενός θετικού κλίματος, υπάρχουν κενά στην αποδοχή, την ενσυναίσθηση και τη διαχείριση περιστατικών βίας. Το εύρημα αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη σχεδιασμού και υλοποίησης προγραμμάτων που προάγουν την ενδυνάμωση, την αποδοχή της διαφορετικότητας και την ψυχολογική υποστήριξη μαθητών και εκπαιδευτικών.
Μετά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων στους μαθητές, συμφωνήθηκαν πέντε βασικές αρχές που θα καθοδηγήσουν την παρέμβαση:
-
Κάθε άνθρωπος έχει τη δική του φωνή και αξία.
-
Η συμπεριφορά μας πηγάζει από τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας.
-
Οι πράξεις μας επηρεάζουν τους άλλους.
-
Οι ανάγκες μας καθοδηγούν τις επιλογές μας.
-
Συνεργαζόμαστε για να λύσουμε τα προβλήματά μας.
Το πρώτο μέρος της παρέμβασης εισήγαγε τους μαθητές στην πρακτική του mindfulness. Στόχος ήταν να κατανοήσουν τα οφέλη της για την ψυχική και συναισθηματική υγεία, να καλλιεργήσουν την ικανότητα συγκέντρωσης στο παρόν, να διαχειρίζονται το άγχος και να αναγνωρίζουν τρόπους ενσωμάτωσής της στην καθημερινή ζωή.
Μέσα από καθοδηγούμενες ασκήσεις αναπνοής, ενσυνείδητη παρατήρηση ήχων και άλλων αισθήσεων, δραστηριότητες ενσυνείδητης διατροφής και ασκήσεις οραματισμού, επιχειρήθηκε η αρχική εξοικείωση με μια τεχνική που έχει κερδίσει έδαφος τα τελευταία χρόνια ως εργαλείο βελτίωσης της συγκέντρωσης, της συναισθηματικής ευεξίας και της διαχείρισης του άγχους για μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Το πρόγραμμα θα συνεχιστεί και την επόμενη σχολική χρονιά με την ίδια φιλοσοφία και τους ίδιους στόχους. Μέσα από βιωματικές δραστηριότητες, συνεργατική μάθηση και δημιουργική έκφραση, οι μαθητές θα έχουν την ευκαιρία να ενισχύσουν την αυτογνωσία τους, να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης και να συμβάλουν ενεργά στη διαμόρφωση ενός σχολικού περιβάλλοντος που προάγει την αποδοχή και την αίσθηση του ανήκειν.






